Ένα βαρύ κλίμα πόλωσης, αρνητισμού, λαϊκισμού και αντισυστημικότητας κυριαρχεί στην χώρα. Το πολιτικό σύστημα δείχνει την ανωριμότητά του και οι κοινωνικές αντιδράσεις θυμίζουν λίγο από τις πλατείες των αγανακτισμένων με διαφορετικά βέβαια χαρακτηριστικά. Το ζητούμενο φραστικά είναι η αλήθεια, η ανάδειξη απαντήσεων σε κρίσιμα ερωτήματα για το δυστύχημα των Τεμπών, ωστόσο ποιος θα τα κάνει αυτά;
Σε μια Δημοκρατία αυτόν τον ρόλο έχει η Δικαιοσύνη που εδώ πυροβολείτε ασύστολα. Ο ανακριτής κατηγορείται, κατηγορείται χωρίς να μπορεί να υπερασπιστεί το έργο του, βρίσκεται ανάμεσα σε καλέσματα για διαδικτυακό bullying, μηνύσεις και αιτήσεις εξαίρεσης με έωλα επιχειρήματα.
Η ηγεσία της Δικαιοσύνης βάλλεται ως περίπου «στημένη» από την Κυβέρνηση και μια αυτονόητη δήλωση της Εισαγγελέως κατακρίνεται από έναν Πολιτικό Αρχηγό πρώην κυβερνώντος κόμματος. Αυτόκλητοι εθνικοί εισαγγελείς έχουν καταλήξει στα δικά τους δήθεν αδιαμφισβήτητα συμπεράσματα και προσπαθούν να πιέσουν τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης, να τους καθορίσουν τι να λάβουν και τι όχι στο πόρισμα του Ανακριτή, ενώ κάποιοι δεν κρύβονται φωνάζοντας στο Αμφιθέατρο της Θεσσαλονίκης ότι πρέπει «να πάρουμε τον Νόμο στα χέρια μας». Η κατάσταση αυτή έχει εξηγήσεις. Αυτό που δεν έχει εξηγηθεί- πειστικά τουλάχιστον – είναι γιατί αντίστοιχο κλίμα δεν είχαμε στη συντριβή του Γιάκοβλεφ επειδή το ραντάρ προσέγγισης του αεροδρομίου της Θεσσαλονίκης δεν είχε εγκατασταθεί, όπως και στις πλημμύρες της Μάνδρας επειδή τα αντιπλημμυρικά έργα δεν είχαν κατασκευαστεί ή στη φωτιά στο Μάτι επειδή το σχέδιο διαφυγής δεν είχε καταρτιστεί.
Δεν είναι εύκολο το κλίμα και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Αυτό δεν το αντιλαμβάνεται το Πολιτικό Σύστημα. Η κυβέρνηση από την πλευρά της, αδυνατεί να απαντήσει στο κύμα της συγκίνησης και του αντισυστημισμού. Πληρώνει τα λάθη που προηγήθηκαν. Την προσπάθειά της να κλείσει την υπόθεση το συντομότερο δυνατό, να αποκαταστήσει τον χώρο της τραγωδίας με συνοπτικές διαδικασίες και να σβήσει τις αυτονόητες πολιτικές της ευθύνες με μια επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας. Πληρώνει την στήριξή της στον Κώστα Καραμανλή, που συμπύκνωσε στο πρόσωπό του τις διαχρονικές ευθύνες των πολιτικών, για το χάλι των σιδηροδρόμων. Αγνόησε το αίτημα για κάθαρση, που απαιτεί και θυσίες.
Η Αντιπολίτευση και ιδιαίτερα τα κόμματα που έχουν κυβερνήσει την χώρα (ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ) μοιάζουν σαν να έχουν βρει την ευκαιρία να πλήξουν τον Κ. Μητσοτάκη που δεν μπορούσαν λόγω της δικής τους πριν απ΄ όλα ανικανότητας. Επαναλαμβάνουν τα ίδια και τα ίδια, πέφτουν σε λάθη ακροβατώντας ανάμεσα στην θεσμικότητα και τον αντισυστημισμό και συνεχίζουν στον ίδιο δρόμο, αν και στις δημοσκοπήσεις χάνουν δυνάμεις και μάλιστα το ΠΑΣΟΚ περισσότερο από την Ν.Δ. Πολιτικός αρχηγός ζήτησε να μην ληφθούν καν υπόψη τα βίντεο από τους ανακριτές. Σωστό. Όπως λένε και ορισμένοι παλαιότεροι συνάδελφοι, ποτέ δεν αφήνεις την αλήθεια να σου χαλάσει ένα ωραίο story.
Το κύμα αμφισβήτησης και δυσπιστίας μοχλεύεται και από θεωρούμενους ως αξιοπρεπείς και μετρημένους πολιτικούς (όπως ο κ. Φάμελος του ΣΥΡΙΖΑ), που αναπαράγουν τα ερωτήματα που διακινούνται στα social media, υποδαυλίζοντας έτσι την αμφισβήτηση των θεσμών και ενισχύοντας με το όποιο κύρος τους, θεωρίες συνωμοσίας. Ο Ν. Ανδρουλάκης κατηγορούσε τον νεοεκλεγμένο πια Πρόεδρο της Δημοκρατίας ότι είχε κρύψει φακέλους δικογραφίας, ενώ η μισή Βουλή την γνώριζε.
Δεν καταλαβαίνουν στο σύνολό τους ότι ωθούν την κοινωνία στα άκρα. Γι αυτό άλλωστε αν το 70%-80% των πολιτών κατηγορούν την Κυβέρνηση για συγκάλυψη, το 75% κατηγορεί και τις δυνάμεις της Αντιπολίτευσης ότι εργαλειοποιούν μια τραγωδία. Εν ολίγοις ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας δεν πιστεύει κανένα. Ποια είναι η τραγωδία ; Ότι οι δυνάμεις που θα έπρεπε να πιάσουν το μήνυμα, δεν καταλαβαίνουν. Όπως δεν καταλαβαίνουν και ότι ο ελέφαντας έχει μπει στο δωμάτιο. Είναι αυτοί που φωνάζουν, καταγγέλλουν, σκαρφίζονται κάθε σιχαμερή συνωμοσία, μιλάνε για χέρια που στάζουν με αίμα, για κυβερνητική συμμορία, παριστάνουν τους εισαγγελείς , τους πραγματογνώμονες, τους δικαστές και τους σκληρούς τιμωρούς. Η τρέλα επέστρεψε και αν κάποιοι κινδυνεύουν είναι οι θεσμοί, η Δημοκρατία, η Δικαιοσύνη, η σταθερότητα, το μέλλον της χώρας. Ο ακραίος λαϊκίστικός και αντι-συστημικός λόγος κάθε μορφής ανακαλεί στη μνήμη περιόδους που κόστισαν πολύ ακριβά στη χώρα. Η κατηγοριοποίηση και ο διαχωρισμός των πολιτών με βάση τη συμμετοχή τους ή μη στις συγκεντρώσεις για τη δεύτερη επέτειο της τραγωδίας των Τεμπών δηλητηριάζει την κοινωνία και δυναμιτίζει τη δημοκρατική ομαλότητα.
Για να δούμε. Θα καταφέρουμε να τα τινάξουμε και πάλι όλα στον αέρα ή θα επικρατήσουν οι δυνάμεις που πραγματικά πιστεύουν στην Δημοκρατία, την Δικαιοσύνη; Το σίγουρο είναι ότι χρειάζεται ψυχραιμία και λογική, χωρίς να είναι αυτονόητο ότι θα επικρατήσουν σε μια κοινωνία που πριν κάποια χρόνια δήλωνε ότι μας ψεκάζουν για να πιστέψουμε ότι χρεωκοπήσαμε, που ψήφιζε με πάνω από 60% το ΟΧΙ στο πιο γελοίο και αντιδημοκρατικό δημοψήφισμα της ελληνικής ιστορίας για να λουφάξει λίγο μετά όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έφερνε το 3ο Μνημόνιο και που το 35% δήλωνε ότι δεν υπάρχει covid.
Ο Θεός της Ελλάδας βοηθός…
Ζαχαρίας Ζούπης: Διευθυντής ερευνών της Opinion Poll
Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο politicalbank.gr είναι προσωπικές και εκφράζουν τον συγγραφέα.